Παρασκευή 24 Φεβρουαρίου 2012

Δεν μου κάνει, μια άλλη μήπως έχετε;

Ώρες ώρες νομίζω ότι ψάχνομαι να στενοχωρηθώ…

Αλλά δεν φταίω εγώ, φταίει το σύστημα….

Όλοι έχουν ζήσει το δράμα τους…

Ε, κι εγώ έχω ζήσει το δικό μου.

Το δικο μου λέγεται ῾τα πρώτα 21 χρόνια της ζωής μου῾.

Άσχημα χρόνια, πολύ ξύλο μέχρι τα 17.

Πολλές άσχημες καταστάσεις, αδιέξοδες.

Αλλά είναι περασμένες καταστάσεις που τις έχω κάπως αποβάλλει από μέσα μου.

Χάρη φυσικά στον άντρα μου.

Δυστυχώς όμως υπάρχει ένα άτομο που πάντα καταφέρνει να με γυρίζει πίσω.

Η μάνα μου.

Τη μάνα μου κάποτε τη λάτρευα.

Την σεβόμουν, την εκτιμούσα.

Την θεωρούσα άτομο ηθικό, υπεράνω κάθε υποψίας.

Μέχρι που κάποια μέρα, μετά από πολλά γεμάτα κακία σκηνικά, γύρισα και την κοίταξα και είδα αυτό που ήταν πραγματικά.

Κι έφαγα χοντρή φόλα.

Ξέρεις εγώ πάντα είχα ένα κακό ελάττωμα.

Από παιδάκι μιλάμε.

Έπλαθα τους ανθρώπους γύρω μου, στο κεφάλι μου.

Όχι όπως ήταν, αλλά όπως ήθελα να είναι.

Έπαιρνα τα καλά τους στοιχεία, τα μεγένθυνα.

Και έβρισκα πάντα μια καλή δικαιολογία για τα ελατώματά τους.

Ἕχει περάσει δύσκολα παιδί, γι᾽αυτό γίνεται κακός ο μπαμπάς.῾

῾Την πιέζει ο μπαμπάς, γιἀυτό φεύγει συνέχεια η μαμά από το σπίτι.῾

Αλλά κάποια στιγμή έφαγα τις φόλες τις πολλές, σε συνδυασμό με την ενηλικίωσή μου και είδα τα πράγματα έτσι όπως ήταν.

Εγώ, που λες αναγνώστη μου, με τον άντρα μου έχουμε διαφορά ηλικίας 25 χρόνια.

Όταν τον γνώρισα ήμουν 21 κι εκείνος 46.

Θα μου πεις και τι έγινε. Ο έρωτας χρόνια δεν κοιτά.

Συμφωνούμε απόλυτα.

Αλλά αυτό έγινε το πάτημα να μου κάνουν όλοι (οι αδελφές μου, ο αδελφός μου, οι δεσμοί τους και η μάνα μου) επίθεση.

Δριμύτατη θα έλεγες.

Από παιδί εγώ πάντα έκανα πίσω.

Κάτι τους πείραζε, αμέσως θα το άλλαζα.

Σε αυτό το θέμα όμως δεν θα άφηνα κανέναν να ανακατευθεί.

Γιατί ήξερα καλά ότι αν ο άντρας μου ήταν 80 αλλά είχε φράγκα, θα παραγγέλναν τα κοφέτα και θα κλείναν την εκκλησία με όλους τους πολυελαίους αναμμένους.

Ένα βράδυ μας κάλεσαν (εμένα και τον άντρα μου ντε) να πάμε να φάμε όλοι μαζί για το του νοου ας μπετερ.

Κάτσαμε, αρχίσαμε να τρώμε και μιλάγαμε για τις ειδήσεις που ακούσαμε ή διαβάσαμε.

Ήμουν νευρική χωρίς να ξέρω γιατί.

Κάποια στιγμή άρχισε η επίθεση στον άντρα μου.

Δεν θυμάμαι πώς άρχισε ο καβγάς, ούτε πολλά από αυτόν.

Αυτό που θυμάμαι πολύ έντονα ήταν τις σκέψεις στο κεφάλι μου με την πρώτη ανεβασμένη σε ένταη φωνή που άκουσα.

῾Παγίδα῾ σκέφτηκα. Μια λέξη.

῾Θέλουν να τον φάνε για να φύγει῾.

Δεν μιλούσα καθόλου.

Είχα παγώσει.

Στα 3 λεπτά του καβγά ο άντρας μου γυρνάει και μου λέει ῾5 minutes to go῾.

Μου έδινε την επιλογή αν θα έμενα εκεί ή αν θα έφευγα μαζί του με ό,τι αυτό συνεπαγόταν.

Τους κοίταξα όλους και έβλεπα μόνο το πόσο πολύ θέλανε να τον κάνουν να φύγει.

Και μετά είδα την κακία τους.

Ντράπηκα.

Σηκώθηκα επάνω, του πήρα το χέρι.

Μούγκα στη στρούγκα όλοι.

Τον πήρα και φύγαμε.

Μετά από κανά διβδόμαδο η μάνα μου μου ζήτησε να πάω να τη δω.

Ήξερα τι θα συναντήσω πριν καν κλείσω το τηλέφωνο.

Το τρίο Στούτζες με περίμενε στα νύχια.

Μπήκα μέσα και άρχισε η ιερά εξέταση.

Η μεσαία αδελφή:

Ἑίπαμε να κάνεις ένα καλό γαμήσι, να πιεις ένα κρασί, να πας μια βόλτα, να δεις και κάτι άλλο. Αλλά όχι και να μείνεις μαζί του῾

Η μεγάλη αδελφή:

῾Πώς θα σε συντηρήσει; Ούτε σπίτι έχει, ούτε λεφτά. Καταρχάς σε πέντε χρόνια δεν θα μπορεί να σε γαμήσει. Θα παλεύεις να του τον σηκώσεις῾

Η μάνα:

Ἁν τον παντρευτείς δεν θα έρθω στην εκκλησία. Αν κάνεις παιδί μαζί του δεν θα έρθω ούτε στο νοσοκομείο.῾

Τις άφησα να μιλάνε αρκετή ώρα.

Όταν άρχισε το σίριαλ τις επαναλήψεις...

῾Τελειώσατε; Λοιπόν. Είμαι μαζί του. Τέλος. Κουμάντο στα παιδιά σας εσείς οι δύο. Κι εσύ να μη μιλάς. Ο πρώτος σου άντρας σε πέρναγε 25 χρόνια και τον δεύτερο τον περνούσες εσύ 10. Μόκο λοιπόν και τα μάτια στις καμπούρες σας. Εγώ ούτε έγκυος στα 16 έμεινα, ούτε παντρέυτηκα ένα μαλάκα να τον κυνηγάω να φερθεί σαν άντρας με οικογένεια. Κι αν φάω τα μούτρα μου, χάρη θα σας κάνω. Θα έχετε να συζητάτε για την επόμενη πενταετία.῾

Κι έφυγα.

Πολλά σκαμπανεβάσματα μετά από αυτό.

Μέχρι που κάποια στιγμή η μάνα μου άρχισε τα γνωστά της κόλπα.

Η μάνα μου σ᾽εμένα, δεν ξέρω τι κάνει στἀδέρφια μου, φέρεται σαν να είμαι γκόμενος.

Δηλαδή.

Σε συμβουλεύει να κάνεις κάτι, που είναι μια πίπα. Λάθος καραμπάμ όμως.

Αλλά εξυπηρετεί τον όποιο σκοπό έχει βάλει στο κεφαλάκι της.

Κουνάς το κεφάλι συγκαταβατικά για να μη σου ζαλίσει τον έρωτα.

Μετά στο βάζει σαν όρο για κάτι που εκείνη θεωρεί ότι εσύ θες.

Εσύ ξύνεις τ᾽από κάτω σου.

Μετά σου κάνει μούτρα.

Εσύ τη γράφεις πανηγυρικά.

Μετά σταματάει να σου μιλάει, δεν ανοίγει την πόρτα όταν της χτυπάς, σε λούζει με στολίδια στ᾽αδέλφια σου ( τα οποία σε παίρνουν και τηλέφωνο να σου πουν πόσο κακή κόρη είσαι) και σε περνάει γεννεές δεκατέσσερις όπου σταθεί κι όπου βρεθεί.

3 χρόνια δεν μου μιλούσε.

3 χρόνια δεν σήκωσε το τηλέφωνο να πάρει να δει αν ζω ή αν πέθανα.

Όταν έφυγα για Αυστραλία, δεν είπα σε κανέναν τίποτα.

Οι συγγενείς του άντρα μου (που με αγκάλιασαν από την πρώτη στιγμή) με παρακάλαγαν να πάρουν ένα τηλέφωνο έστω μία από τις αδελφές μου να τους πουν ότι είμαι καλά.

Δεν ήθελα να ξέρουν που είμαι.

Όσο ήμουν μακριά ήμουν καλά.

Δεν σκεφτόμουν τα άσχημα του πριν, σκεφτόμουν τι θα κάνω για να έρθουν όμορφα πράγματα στο μέλλον.

Όπως με έμαθε ο άντρας μου να κάνω.

Κάποια στιγμή, στο τρίμηνο αφού ήρθαμε Αυστραλία, ο άντρας μου με παρακάλεσε να κάνω κάποιου είδους επαφή μαζί τους να δουν ότι είμαι καλά μην πάνε και σε καμιά αστυνομία.

Έστειλα ένα γράμμα δηλώνοντας ότι ήμουν καλά και παρέχοντας μία ηλεκτρονική διεύθυνση για την περίπτωση που κάτι σοβαρό συνέβαινε.

Κυριακή του Πάσχα 2010, ο άντρας μου πήρε το κινητό μου, κάλεσε τον αριθμό του σπιτιού της μάνας μου και μου πέταξε το κινητό, ενώ ακουγόταν η φωνή της μάνας μου σαν υστερική να φωνάζει το όνομά μου.

Είχε ακούσει τα μπινελίκια που του έριχνα και κατάλαβε ότι ήμουν εγώ.

Πέρισυ τον Ιούλιο, η καλή μου μητερούλα, μου ανακοίνωσε ότι θα ερχόταν για δύο εβδομάδες στην Αυστραλία να με δει, τον Σεπτέμβριο.

Ένα απόγευμα, μου έστελνε μηνύματα μέσω φατσόμπουκου, συζητάγαμε μαλακίες.

Την επόμενη μέρα της στέλνω κάτι.

Δεν απαντάει.

Την παίρνω τηλέφωνο.

Δεν απαντάει.

Μιλάει σε άλλους στο φατσόμπουκο, αλλά όχι με μένα.

Μέχρι και την 24η Ιανουαρίου φέτος δεν μου μιλούσε.

Σοβαρά. Ούτε τηλέφωνο να δει τι κάνω, ούτε μήνυμα. Τίποτα.

25 Ιανουαρίου είχα γενέθλεια.

Λαμβάνω λοιπόν μήνυμα από αυτήν και τον αδελφό μου ῾Χρόνια Πολλά῾

Δεν απαντάω.

Στέλνουν κι άλλα.

Νάδα.

Παίρνουν τηλέφωνο.

Νιέντε.

Το κουβεντιάζω με τον άντρα μου.

Ε: Όταν δεν τους μιλάω είμαι καλά. Μόλις τους μιλήσω, πισωγυρίζω. Με πάνε πίσω. Πρέπει να υπολογίσω το πώς σκέφτονται αυτοί και να προσαρμόζω τις απαντήσεις μου για να μη τσακωθώ. Χάριν ποιας αγάπης να το κάνω αυτό; Της δικής τους; Αφού χεσμεντέν με έχουνε. Μόνο όταν εξαφανίζομαι λυσσάνε.

Α: Είναι μάνα σου. Αξίζει να ξέρει ότι είσαι καλά. Πρέπει να ξέρει ότι είσαι καλά.

Με αυτό πήρα μια απόφαση.

Έστειλα προχθές ένα μήνυμα στο οποίο της έγραφα ότι είμαι καλά αλλά δεν θέλω καμία επαφή προς το παρόν. Ότι θα της έστελνα ένα μήνυμα κάθε τόσο να της λέω ότι είμαι καλά κι ότι αν με πάρει τηλέφωνο ή μου στείλει μήνυμα δεν θα απαντήσω.

Χθες η μεγάλη μου αδελφή με πήρε 27 (σοβαρά μιλάω) φορές τηλέφωνο σε διάστημα 3 ωρών.

Και ένα μήνυμα από την μητέρα μου με πολλά θαυμαστικά ότι η αδελφή μου με έπαιρνε τηλέφωνο.

Πράγμα που με βγάζει στο πανεύκολο συμπέρασμα ότι:

Διάβασαν το μήνυμα.

Μαζευτήκανε στο σαλόνι οι τρεις τους.

Συγκλήθηκε το συμβούλιο.

Αποφάσισαν ότι ο καλύτερος τρόπος να αναθεωρήσω ήταν να με τρομάξουν.

Πώς θα με τρομάξουν;

Απανωτά τηλεφωνήματα σαν να συμβαίνει κάτι σοβαρό τύπου Ἡ μαμά είναι στο νοσοκομείο῾ (χτύπα ξύλο).

Γιατί όταν πήρα πίσω εγώ, δεν απαντούσε.

Στην πουτάνα, πουτανιές δηλαδή….

Μόλις τους διέγραψα όλους από το φατσόμπουκο και σκέφτομαι πολύ σοβαρά να αλλάξω και αριθμό τηλεφώνου.

Ξέρεις τι νιώθω;

Τύψεις .

Λίγες όμως.

Πολύ πολύ λίγες.

Και μια ηρεμία που τη βλέπω ναῤχεται.

Και ξέρεις τι ανάγκη το᾽χω;

Σάββατο 18 Φεβρουαρίου 2012

Σκέφτομαι και γράφω.

Έχει βάλει στο κανάλι Classics του Foxtel (συνδρομητική, εδώ δεν έχει πολλά κανάλια δωρεάν αναμετάδοσης, 5-6 και πολλά λέω) το έργο με την Βαρβάρα Στρέιζαντ και τον Ρομπέρτο Ρέντφορντ ῾The way we where῾ (δεν θυμάμαι ελληνικό τίτλο).

Αυτή η ταινία πάντα με εκνευρίζει ασύστολα.

Πάντα βρίζω και κλαίω στο τέλος.

Γιατί μπορούσαν να τα έχουν καταφέρει μια χαρά και τα κάνανε σκατά.

Για μένα το να είσαι με έναν άνθρωπο έχει την απλή του πλευρά αλλά και την πολύπλοκη.

Εξηγούμαι.

Η απλή μεριά είναι το να περνάς καλά κι εσύ κι ο άλλος.

Το σεξ, η πλακίτσα, το καλαμπούρι, να μαγειρέυουμε μαζί, να κάνουμε πράγματα μαζί, να γελάμε, να συζητάμε.

Η πολύπλοκη μεριά είναι το να κάνεις πράγματα για τον άλλο.

Το να προσφέρεις.

Το να εκφράζεις την αγάπη σου με τον τρόπο που την εννοείς.

Αυτό είναι το κομμάτι που ο καθένας μας το πιάνει διαφορετικά.

Άλλος λέει ότι αγαπάω σημαίνει αφήνω τον άλλο ελεύθερο, δεν τον καταπιέζω .

Άλλος ότι τον δέχομαι όπως είναι.

Άλλος να είμαι εκεί στα εύκολα και στα δύσκολα.

Κοινώς η λέξη αγάπη έχει διαφορετικό νόημα για τον καθένα.

Για κάποιους είναι όλα τα παραπάνω μαζί (moi!)

Απλά όλοι μας κάπου κολλάμε, κάπου επιμένουμε.

Για κάποιους δεν έχει καν νόημα.

Δεν την ψάχνουν καν.

Δεη γκοου γουιθ δε φλοου που λένε.

Αλλά αυτοί είναι αλλουνού παπά ευαγγέλιο.

Έβλεπα λοιπόν που λες το εργάκι (το παραπάνω, όχι τσόντα, συγκεντρώσου) και σε μια σκηνή του έργου έχουν χωρίσει αυτοί οι δύο και συζητάνε τι μπορούν να κάνουν στην περίπτωση που τα ξαναβρούνε να μην τα ξανακάνουνε σκατά.

Στην ερώτηση αυτηνής για το τι πρόβλημα υπάρχει, αυτός της απαντά ότι τον πιέζει πολύ.

Κι αυτή απαντά ότι θέλει το καλύτερο γιἀυτόν, γιἀυτό τον πιέζει.

Ταυτίστηκα.

Χαζό θα μου πεις.

Να ταυτίζομαι με ταινίες και ανύπαρκτους χαρακτήρες.

Αλλά συμβαίνει.

Είμαι 6 χρόνια με τον άντρα μου.

Με τον οποίο είμαι καψούρα.

Ερωτευμένη, καβλωμένη, καψουριάρα όσο δεν πάει.

Ο άντρας μου εκφράζει την αγάπη του με το να προσπαθεί να με κάνει καλύτερη.

Χρησιμοποιεί την πείρα και την γνώση του για να ξυπνάει εμένα.

6 χρόνια που λες, εκείνος πιέζει.

Πιέζει να γίνω καλύτερη νοικοκυρά, καλύτερη επαγγελματίας, καλύτερη γκόμενα.

Τα πρώτα 2 χρόνια οι όποιοι καυγάδες μας ήταν γιἀυτό το θέμα.

Εκείνος να πιέζει κι εγώ να επαναστατώ.

῾Δεν γουστάρεις, διώξε με῾ να λέω εγώ.

῾Δεν είναι θέμα αν γουστάρω ή όχι, είναι θέμα να φτάσεις τις δυνατότητές σου. Να γίνεις αυτό που γεννήθηκες να είσαι. Να φτάσεις το ζενίθ σου. Να διώξεις τους φόβους σου και να φτάσεις το στόχο. Βλέπω ότι μπορείς, δεν καταλαβαίνω γιατί δεν προσπαθείς῾ να λέει εκείνος.

Εγώ όμως είμαι και πολύ εγωίστρια.

Δεν αντέχω να σου πω ῾δεν μπορώ῾.

Δεν έχω χειρότερο πράγμα από το να αρχίσω κάτι και να το παρατήσω στη μέση γιατί δεν μπόρεσα να το κάνω.

Γιατί βαρέθηκα, δεν γούσταρα, δεν μ᾽άρεσε δεν έχω θέμα.

Αλλά αν το παράτησα γιατί δεν είχα τις ικανότητες να το κάνω, μπορώ να πάω να φουντάρω από κανά μπαλκόνι.

Γιἀυτό και είμαι ολίγον τι κολώστρα στο να αρχίσω κάτι.

Αν δεν είμαι έστω και υποψιασμένη ότι μπορώ να κάνω κάτι, δεν δοκιμάζω καν.

Αυτό τον άντρα μου μπορεί να τον τρελάνει.

Σαν τη δουλειά που κάνω τώρα.

Έμεινα χωρίς δουλειά πέρισυ τον Δεκέμβρη.

Παρένθεση:

Πήγα και της έδωσα (της εργοδότριας) τις στάνταρ (βάση νόμου έτσι πρέπει να κάνεις) 2 εβδομάδες προθεσμία γύρω στις 15 του Δεκέμβρη.

Λέω θα σταματήσω εκεί γύρω στα Χριστούγεννα, θα έχω μαζέψει και κανά φραγκάκι να τη βγάλουμε μέχρι να ξαναβρώ δουλειά.

Αμ δε!

Με απέλυσε γιατί είχα το θράσσος να παραιτηθώ.

Σοβαρά μιλάω.

Είχε ένα μαλάκα εκεί μέσα που επειδή την πήδαγε μας έκανε το αφεντικό όταν έλειπε αυτή.

Της είπα ότι αν μου ξαναμιλήσει έτσι αυτός, θα του χώσω το κεφάλι στην μηχανή του καφέ.

Τον μάζεψε.

Μέχρι που μια μέρα κάτι μου είπε χοντρό για την Ελλάδα (δεν θυμάμαι κιόλας πάει καιρός) και τον πήρε ο διάολος.

Όταν τους έβαλα και τους δύο κάτω να το λύσουμε, αυτή μου το έπαιξε Πόντιος Πιλάτος.

῾Δικό σας θέμα, εγώ δεν πρόκειται να ασχοληθώ καθόλου῾.

Ε και της είπα κι εγώ σου δίνω δύο εβδομάδες προθεσμία να βρεις άλλο άτομο.

Με πήρε τηλέφωνο δυο μέρες μετά να μου πει ότι δεν της αρεσε που παραιτήθηκα ενώ αυτή μου έκανε τη χάρη να με πάρει στη δουλειά.

Την πήρε κι αυτή ο διάολος και ήρθε στα ίσα της.

Αλλά εγώ και χωρίς δουλειά έμεινα και χωρίς φράγκο τα Χριστούγεννα.

Κλείνει η παρένθεση.

Μου σύστησε λοιπόν η Τ. (βλέπε σειρά προηγούμενων ποστ) μία που κουμαντάριζε ένα δικηγορικο γραφείο στο οποίο έψαχναν ρεσεψιονιστ.

Με πήρανε.

Αλλά παρτ τάιμ.

Τρεις εβδομάδες μετά συζητάω με τους συνεταίρους (δύο δικηγόροι, ένας Έλληνας και ένας Αυστραλός) να μου πουν τι θα γίνει στο μέλλον, αν δηλαδή θα είμαι φουλ τάιμ αλλά μου λένε μόνο παρτ τάιμ.

Τους ενημερώνω ότι θα ψάξω για άλλη δουλειά και την επόμενη μέρα με περίμεναν τρεις φάκελοι.

Οι δύο είχαν συστατικές επιστολές, με τα καλύτερα λόγια μέσα, από τους δύο συνέταιρους με σφραγίδες και υπογραφές.

Ο άλλος ένα χαρτζιλικάκι για τα έξοδα της ανεύρεσης εργασίας.

Έκατσα λοιπόν κι έφτιαξα ένα βιογραφικό που δεν πολυβλεπότανε (τώρα που το θυμάμαι).

Το έστειλα με μειλ, πήγα σε μερικές συνεντεύξεις αλλά τον κατάπια (όχι απλώς τον ήπια).

Έρχεται ο άντρας μου σπίτι μια μέρα και μου λέει ότι πρέπει να βρω επειγόντως καλή δουλειά γιατί δεν τη βγάζουμε.

Μου την ψιλοχοντροείπε ότι δεν σοβαρολογώ, ότι μαλακίζομαι κλπ. κλπ.

Κλάμα εγώ, στενοχώρια.

Σκεφτόμουν λοιπόν τι πιο δραστικό από το να παίρνω τηλέφωνα και το να πηγαίνω σε συνεντεύξεις μπορούσα να κάνω;

Πήγα για δουλειά στο δικηγορικό (δεν είχα και υπολογιστή) και έφτιαξα άλλο βιογραφικό.

Σούπερ ντούπερ ουάου, με γραφικά, με πολλές λεπτομέρειες, με τις επιστολές επάνω.

Χαμός σε λέω.

Εκτύπωσα 15 τον αριθμό.

Την άλλη μέρα δεν δούλευα.

Ξύπνησα στις 6.

Έφυγα στις 7.

Περπάτησα όλη τη γύρω περιοχή από το σπίτι και όπου έβλεπα λογιστικό γραφείο, μεσιτικό γραφείο, τράπεζα, δικηγορικό έμπαινα μέσα κι έδινα βιογραφικό ή ακόμη κι επιτόπου συνέντευξη.

Περιζήτητη η δικιά σου.

Στον άντρα μου είπα τι είχα κάνει αφού είχα πάει σπίτι.

Εντυπωσιάστηκε το παιδί μου. Με είδε στην επίθεση και φτιάχτηκε.

Την άλλη μέρα με παίρνει τηλέφωνο ο σημερινός μου διευθυντής (με τον οποίο έχω πολύ σοβαρή συζήτηση την Δευτερά, αλλά δεν είναι της παρούσης) και μου ζητάει ραντεβού για να μιλήσουμε.

Έλληνας, πράγμα που με έκανε πολύ επιφυλακτική.

Αλλά δεν με έπαιρνε καθόλου να μουρμουρίσω.

Πήγα λοιπόν στο ραντεβού και συνάντησα αυτόν κι άλλο ένα στέλεχος εκεί.

Μπήκαμε στο γραφείο και αρχικά προσπάθησε να με κάνει να ψαρώσω.

Όταν είδε ότι δεν κούνησα βλέφαρο, μπήκε στο ψητό.

῾Αυτό που μου άρεσε και σε πήρα τηλέφωνο, είναι ότι είσαι μαγκάκι. Μπήκες μέσα, είπες είμαι αυτή, αν θέλετε πάρτε με τηλέφωνο. Ειδικά για κάποια που έχει έρθει πρόσφατα στην Αυστραλία αυτό έιναι κάτι σπάνιο. Εγώ σε θέλω στη δουλειά, αλλά πρέπει να περάσεις από συνέντευξη με την διευθύντρια προσωπικού, με την οποία πρέπει να μιλήσεις μόνο αγγλικά. Αν δεν σε δεχθεί εκείνη, δεν μπορώ να κάνω τίποτα εγώ. Μπορείς;῾

Άρχισα να μιλάω στα αγγλικά και του έπεσε το σαγόνι στο πάτωμα.

Κλείσαμε ραντεβού με την Διευθύντρια προσωπικού μια εβδομάδα μετά.

Μιάμιση ώρα συνέντευξη.

Μόνο τι ζώδιο είμαι δεν με ρώτησε.

Υποθετικές καταστάσεις, ερωτήσεις γνώσεων, ερωτήσεις εμπειρίας.

Βγήκα έξω απογοητευμένη.

Η δουλειά πάρα πολύ καλή.

Είχαν κάνει αιτήσεις και άτομα από το εξωτερικό (τους πήραν συνέντευξη μέσω Skype).

Γύρω στα 40 άτομα είχαν κάνει αίτηση για την δουλειά.

Δεν ήμουν ικανοποιημένη από το αποτέλεσμα.

Πίστευα ότι έπρεπε να τα έχω πάει καλύτερα.

Αλλά έπαθα και το άλλο.

Η δουλειά αυτή είναι σε έναν τομέα που εγώ δεν είχα καθόλου πείρα.

Το φοβήθηκα.

Σε σημείο που σκεφτόμουν ότι ακόμη και να μου τη δώσουν τη δουλειά καλύτερο θα ήταν να μην τη πάρω από φόβο μη τα κάνω σκατά.

Μόνο που σκεφτόμουν την περίπτωση να μην την πάρω την δουλειά, με έπιανε η καρδιά μου γιατί θα απογοήτευα τον άντρα μου.

Κι όταν σκεφτόμουν να την πάρω σκεφτόμουν τι σκατά θα έκανα για να μην περάσω καν το κατώφλι.

Σχιζοφρένεια μιλάμε.

Δυο μέρες μετά με πήρε τηλέφωνο η διευθύντρια.

῾Καταρχάς να σου πω ότι η συνέντευξη μαζί σου ήταν εξαιρετική, από τις καλύτερες που έχω κάνει ποτέ. Πήρα τηλέφωνο και τους προηγούμενους εργοδότες σου, οι συστάσεις σου είναι καταπληκτικές῾

Τώρα θα πει ῾αλλά δεν μας κάνετε῾ έλεγα μέσα μου.

῾Δεν έχω άλλη επιλογή παρά να σου δώσω τη θέση᾽.

Ο άντρας μου δίπλα μου με σκούνταγε.

Είχα μείνει παγωτό.

Την ευχαρίστησα, μου έδωσε οδηγίες για τα απαραίτητα χαρτιά που έπρεπε να βγάλω πριν να πιάσω δουλειά και κλείσαμε.

Πρώτη φορά ούρλιαζα έτσι για δουλειά.

Μετά με έπιασε η τρομάρα.

Το λέω στον άντρα μου.

Με αγριοκοίταξε.

῾Ξεκολλά῾

Όταν βγήκα από το σπίτι εκείνο το πρωί για να πάω πρώτη μέρα στη νέα μου δουλειά, τρέμανε τα πόδια μου.

Τρεις διπλούς εσπρέσσο κι οκτώ τσιγάρα έκανα απἔξω, μιας κι είχα πάει τρία τέταρτα πιο νωρίς.

Μόλις πάτησα όμως το πόδι μου μέσα….

Θυμήθηκα τον άντρα μου κι όλα όσα μου λέει όταν κολώνω.

Κοντά ένα χρόνο μετά…

Σκέφτομαι ότι, αν, αναγνώστη μου, δεν με πίεζε έτσι ο άντρας μου, ακόμη στα καφέ και στις μαλακίες θα ήμανε.

Ευχαριστώ τσυχή τσι τσυχής μου!

Δευτέρα 13 Φεβρουαρίου 2012

Είμαι εδώ...

Νεύρα που δεν είμαι εκεί….



Ντροπή που δεν είμαι εκεί.



Στενοχώρια που δεν είμαι εκεί.



Σκατά!

Τρίτη 7 Φεβρουαρίου 2012

Μια πολύ πολύ πολύ κακή κακή κακή κακή ανάρτηση.

Για κείνη.


Είσαι ο λόγος που λένε τις γυναίκες πουτάνες.

Είσαι η αιτία που σιχάθηκα το φύλο μου.

Είσαι μία τρύπα.

Τρύπα που ρουφάς κάθετι καλό.

Τρύπα που γεννάς ασχήμιες.

Δεν θα στα πω ποτέ στη μούρη σου όλα αυτά.

Υποσχέθηκα στους ανθρώπους που πλήγωσες να μην σου μιλήσω.

Αλλά κάπως πρέπει να τα βγάλω από μέσα μου όλα αυτά.

Κι ας ξέρω ότι και να στα έλεγα, εγώ θα πονούσα μόνο.

Όπως πονάω τώρα.

Ξέρεις καλή μου ῾τρύπα῾, κάποια πράγματα δεν τα λέμε αλλά κυρίως δεν τα κάνουμε.

Εσύ, τον τελευταίο τουλάχιστον χρόνο που σε ξέρω, έχεις πει και έχεις κάνει όλα όσα πάντου (από την Καινή διαθήκη και το Κοράνι μέχρι το Κοσμοπόλιταν και τα άρλεκιν) απαγορεύεται να ξεστομίσεις και να κάνεις.

Στενοχωριέμαι για τον γιο σου.

Είναι έτοιμος να προβεί σε πράξεις που μπορούν να του καταστρέψουν τη ζωή, μετά από τις μαλακίες σου.

Στενοχωριέμαι για την κόρη σου, που είναι νέα και δεν θα καταλάβει τα λάθη σου μέχρι τη στιγμή που θα κάνει η ίδια τα λάθη σου.

Γιατί αυτό της μαθαίνεις τώρα.

Στενοχωριέμαι για όλους τους φίλους που μάθανε τι έγινε και έχουν όλοι πάθει πλάκα.

Κάποιοι ίσως χαίρονται κιόλας.

Στενοχωριέμαι (πάρα πολύ) για τον άντρα μου. Που έχει χάσει το μυαλό του, δεν μπορεί να το πιστέψει ότι μπορεί κάτι τέτοιο να έχει συμβεί. Και ειδικότερα να το έχεις κάνει εσύ.

Μα χειρότερα, στενοχωριέται γιατί όλα τα είχε προβλέψει. Το έιχε δει και δεν τον άφησε ο, τότε, άντρας σου να μιλήσει. Γιατί πίστευε ότι είχες ανάγκη από φίλους δίπλα σου την ώρα που εκείνος δεν ήξερε αν θα ζήσει.

Πάντα για σένα. Όλα και πάντα για σένα…

Μα πιο πολύ απὄλα πονάω για αυτόν που ήταν άντρας σου μέχρι πριν από λίγες μέρες. Έχω ένα πόνο στο λαιμό μου, δεν μπορώ να καταπιώ, δακρύζω χωρίς λυγμούς.

Έζησες μαζί του για πάνω από τριάντα χρόνια.

Ταξίδεψες, άνοιξες μαγαζιά, τα´κλεισες, δούλεψες, πόνεσες, γέλασες ΜΑΖΙ ΤΟΥ.

Μα το κυριότερο.

Έκανες παιδιά μαζί του.

Κουβάλησες το αίμα του, το έμπλεξες με το δικό σου και φτιάξατε μαζί όχι έναν άνθρωπο αλλά δύο.

Και τον πούλησες στην πιο δύσκολή του στιγμή.

Και μετά από αυτή.

Και κατά τη διάρκεια.


Για κείνον.


Είσαι άνανδρος.

Είσαι κακόψυχος.

Είσαι ρεζίλι των ανδρών.

Είσαι η ντροπή των ανθρώπων.

Ακόμη και το οξυγόνο που αναπνέεις είναι σπατάλη για το σύμπαν.

Σε κάποιον άλλο, αξίζει περισσότερο.

Υπάρχουν άνθρωποι,
Καλοί Άνθρωποι,
που χάνουν τη ζωή τους κάθε μέρα.

Κι αφήνουν ένα κενό πίσω τους.

Αφήνουν ανθρώπους ανεγγιχτους από την καλοσύνη τους.

Και εσύ ζεις.

Ανασαίνεις, τρως, κινείσαι, υπάρχεις.

Και λερώνεις ό,τι αγγιζεις.

Βρωμίζεις τον κόσμο με την κακία, την παλιανθρωπιά σου.

Και αχρηστεύεις το δώρο που σου δόθηκε.


Την ζωή.



Πρέπει να βγάλεις την καρδιά σου και να την πετάξεις στο δρόμο να την πατάνε τα αυτοκίνητα (ούτε για μεταμόσχευση).

Πρέπει να κόψεις το πουλί σου και να το πετάξεις στις γάτες.

Έφαγες, ήπιες, γλέντησες.

Με τα λεφτά του.

Στο σπίτι του.

Σε γνώρισε στα παιδιά του, στην οικογένειά του, στους φίλους του.

Έβαλες βενζίνη να πας να δουλέψεις, μίλησες στα παιδιά σου στην Ελλάδα, χόρτασες τα μάτια σου με βόλτες χάρη στη δική του γενναιοδωρία.

Χάρη στη δική του καλή καρδιά.

Χάρη στην αθωώτητά του.

Και του πήδηξες τη γυναίκα.

Μάλλον πάλι μες στο σπίτι του.

Ξέρεις δεν υπάρχει λέξη για την αντρική πουτανιά.

Αλλά και να υπήρχε…

Δεν θα έφτανε….



Όπως θα κατάλαβες η Τ. και ο Κ. δεν είναι πλέον ζευγάρι.

Τελικά οι χειρότεροι φόβοι όλων μας επιβεβαιώθηκαν.

Αυτό που με τρομάζει είναι ότι θα τον χάσουμε τον Κ.

Δεν ξέρει να ζει χωρίς την Τ.

Από 18 χρονών πάντα μαζί.

Και τώρα… όλα στο τίποτα.

Σάββατο 4 Φεβρουαρίου 2012

αχ και βαχ...

Μαύρη μαυρίλα πλάκωσε.

Έχω νεύρα.

Έχω τις μαύρες μου και τα της απαισιοδοξίας μου…

Στη δουλειά έχω γίνει πασπαρτού.

Και τα έχω πάρει κρανίο.

Σου φέρνω $4,000,000.00 σε 4 μήνες και το μπόνους μου είναι $250.00;;;

Τι πάει να πει είμαι καινούρια;;;

Να πα να γαμηθείς κι εσύ και η ιεραρχία σου…

Τριμάλακα.

Κάτσε να πάρω τα νούμερα αυτά πουθενά αλλού, κολλητά με το βιογραφικό μου και να δεις για πότε θα μου δίνεις $50,000.00 το χρόνο…

Χωρίς τα μπόνους!

Αλλά έχε χάρη που πρέπει να περιμένω άλλο 1 χρονάκι για να το κάνω αυτό.

Μετά, έχετε γεια βρυσούλες.

Και να σε δω τότε προεδράρα, που στα μίτινγκ όλο το όνομά μου λες και ζήτας να είμαι το παράδειγμα όλων.

Αλλά φταίω εγώ ο μαλάκας.

Που δεν αργώ να έρθω.

Που δεν σε παίρνω τηλέφωνο να σου πω ῾δεν θαῤθω, κάτι μου έτυχε῾, να σε αδειάσω να δεις τη γλύκα!

Που όποιο πελάτη δεν μπορείς να χειριστείς , τον στέλνεις σε εμένα και μετά σε παίρνουν τηλέφωνο και ζητάνε εμένα.

Στούκας!

Και στο σπίτι λιγάκι δύσκολα τα πράγματα...

Περνάει δεύτερη κλιμακτήριο ο καλός μου και έχουμε τον τυφώνα μες στο σπίτι.

Του μιλάς ήρεμα, είσαι συγκαταβατική.

Τα παίρνεις κρανίο, είσαι άδικη, γκρινιάρα κλπ.

Έχω θαυμάσει τον εαυτό μου με το πώς το χειρίζομαι το θεματάκι.

Τέτοια αυτοσυγκράτηση μόνο στο φαί την έδειχνα.

Αλλά ευτυχώς δεν είναι συνέχεια έτσι.

Έχει και τις καλές του στιγμές…

Είχα γενέθλεια την περασμένη εβδομάδα και έκανε ό,τι μπορούσε να τα περάσω όμορφα.

Και δαχτυλιδάκι με οπάλι και zippo με χαραγμένα τα αρχικά μας επάνω μου πήρε...

Έγινα 27….

Δέκα χρόνια ελευθερίας έκλεισα αναγνώστη μου…

Αλλά αυτά θα στα πω άλλη φορά…

Πάρε τραγουδάκι να᾽χεις.