Θέλω τη γνώμη σου αναγνώστη μου...
Που λες αναγνώστη μου (γιατί ένας είσαι σίγουρα) εδώ στο Αυστραλία έχομε μαζευτεί καμιά 20αριά και λέμε ότι είμαστε παρεα।
Και λέω λέμε γιατί παρέα για μένα δεν έιμαστε αλλά από το ολότελα καλή κι η Παναγιώτενα που λέει και ο λαός.
Ο άντρας μου όταν ήταν εδώ στας Μελβούρνας μοναχός του είχε γνωρίσει ένα ζευγαρι, είχε κάνει κι ένα επαγγελματικό ιντερέσο με τον άντρα του ζευγαριού τον Κ.
Ο Κ. είναι γαμώ τα παιδιά. Ζαμανφού και στἀρχίδια του, Υδροχόος σαν και μένα. Λάτρης του αραλικίου, του φαγητού και δη της σοκολάτας, επίσης σαν και μένα.
Ο άντρας μου αναγνώστη μου όταν εξαφανίζεται κάνει ακριβώς αυτό, εξαφανίζεται.
Όταν λοιπόν πριν από χρόνια έφυγε από εδώ και γύρισε στην Ελλάδα δεν είπε σε κανέναν τίποτα.
Έτσι ο Κ. και η Τ. (το ζευγάρι που προανέφερα) μαζί και η υπόλοιπη παρέα (η 20αριά που λέγαμε; ανα γεια σου) τον ψάχνανε.
Όταν λοιπόν ένα μεσημέρι μετά από δική μου επιμονή πήγαμε στην εδώ Ελληνική συνοικία για καφέ (φραπέ συγκεκριμένα, σπάνιο είδος εδώ) μας είδανε και έγινε η συναπάντηση και η συγκίνηση έρεε άφθονη σαν το κρασί στα ρεμπετάδικα (πώς τα γράφω έτσι η άτιμη φτου μου και πάλι φτου μου).
Από τότε λοιπόν ο ένας στο σπίτι του αλλουνού, μαγειρέματα, μπάρμπεκιου κλπ.
Κάποια στιγμή πήγε ο Κ. στο γιατρό (για δεύτερη φορά) για ένα καρούμπαλο που είχε βγάλει στην περιοχή του λαιμού.
Την πρώτη φορά του είχανε πει ότι είναι από δόντι. Έχει ο Κ. γενικά προβλήματα με τα δόντια του οπότε σκέφτηκε ότι μάλλον αυτό θα είναι αλλά αυτό δεν έφευγε.
Την δεύτερη φορά και μετά από δύο μήνες εξετάσεων και πάλι εξετάσεων κλπ. έβγαλαν την διάγνωση ότι ήταν όγκος.
Καλοήθης κακοήθης δεν ήξευραν να μας ειπούν.
Μετά μας είπαν είναι καρκίνος. Σπάνιος κι επιθετικός επί λέξη.
Του έκαναν λοιπόν εγχείρηση (όχι πάνω από τα ρούχα, σύνελθε) να βγάλουν τον όγκο έξω.
Κάναν τη εγχείρηση και δυο εβδομάδες μετά του είπαν ότι πρέπει να ξανακάνουν εγχείρηση γιατί έμεινε κάτι μέσα.
Ξανά μανά εγχείρηση λοιπόν.
Μετά ραδιοθεραπείες.
Μετά χημειοθεραπείες.
Τώρα λοιπόν είναι καλά.
Προσπαθεί να συνέλθει ο άνθρωπος μετά από όλο αυτό, με τη προειδοποίηση φυσικά τον γιατρών ότι αν επανέλθει ο καρκίνος δεν υπάρχει θεραπεία.
Στο αναμεταξύ έσκασε μύτη ένα ῾παλικάρι῾.
Το ῾παλικάρι῾, τον οποίο θα λέω Μαλάκα από εδώ και στο εξής, ήλθε από την Ελλάδα να δει πώς μπορεί να μείνει εδώ μόνιμα.
Ο Μαλάκας είναι ένας από αυτούς τους τύπους που αν τον δεις δεν θα του μιλήσεις γιατί σου κάνει για τόσο μαλάκας από τόσο μακριά που κάνει εντύπωση.
Μας έχει κάνει ρεζίλι άπειρες φορές.
Όπως όταν πήγαμε σε ένα ελληνικό μαγαζι να φάμε και ούρλιαζε κάθε κουβέντα, η οποία κουβέντα ήταν κάθε δύο λέξεις και βρισιά. Μετά μέθυσε και άρχισε να ρίχνει όλα τα μπουκάλια και τα ποτήρια πάνω στο τραπέζι και να τσουγκράει μόνος του.
Όπως όταν νόμιζε ότι το μπροστινό αυτοκίνητο στο δρόμο ήταν ένας από την παρέα και όταν έγινε κόκκινο το φανάρι κατέβηκε από το αυτοκίνητο όπου βρισκόταν εκείνη τη στιγμή και μπήκε σε ξένο αμάξι… Πώς δεν τις έφαγε να μας φέρουν και την αστυνομία να μας μαζεύουνε όλους μαζί νυχτιάτικο.
Το ζευγάρι τώρα που προείπαμε είναι πολύ καλά παιδιά(από τα λίγα εδώ...).Όλα τους τα χρόνια βοηθάνε ανθρώπους। Να τους φιλοξενήσουν, να τους βοηθήσουν να βρουν δουλειά, να κάνουν ό,τι μπορούν καλύτερο τελος πάντων.
Έτσι έγινε και με αυτόν τον τύπο.
Τον φιλοξενούν. Τον ταϊζουν. Λεφτά του δίνουν. Μιλάνε με ανθρώπους για αυτόν μιας και τα αγγλικά του είναι Εφη Θώδη και κάτω.
Χθες ήρθε στην εταιρεία που δουλεύω ένας από την παρέα να κάνει μια συμφωνία μαζί μου (με την επαγγελματική μου ιδιότητα).
Και με ρώτησε ευθέως τι γίνεται με αυτόν.
Εγώ αναγνώστη μου, το έχω κάνει σαφές ότι αυτόν δεν τον αντέχω.
Δεν τον αντέχω για ένα εκατομμύριο λόγους.
Γιατί όταν έμαθε ότι εγώ έχω έρθει σαν σύντροφος του άντρα μου και ότι είμαι καλυμένη από άποψη παραμονής εδώ γύρισε και μου είπε (στο πρώτο δεκάλεπτο της γνωριμίας μας):
῾Εσύ δεν έχεις βίζα, εσύ έχεις βι(υ)ζάρα῾ και κοιτούσε το στήθος μου.
Δεν τον αντέχω γιατί ξέρω ότι αυτός θέλει τρελά να με πηδήξει (αναγουλιάζω σε λέω) και με προσβάλει ασύστολα με φράσεις που ούτε να στις πω δεν θέλω.
Δεν τον αντέχω γιατί μου μιλάει λες και είμαι χαζογκόμενα και με κοιτάει σαν να είμαι ένα κομμάτι κρέας.
Και κυριότερα δεν τον αντέχω γιατί πήγε να με χουφτώσει μέσα στο ίδιο μου το σπίτι και αν δεν ήταν ο Κ. που τον πρόλαβε λίγο πριν με αγγίξει θα τον είχα πλακώσει επί τόπου.
Μια Παρασκευή απόγευμα μας πήρανε τηλέφωνο να βγούμε για φαγητό σε μια ελληνική ταβέρνα (ο Θεός να την κάνει).
Μου το λέει ο άντρας μου. Τον κοιτάω. ῾Πρέπει να πάμε, έχουμε χαθεί καιρό, θα νομίζουνε ότι κάτι έχουμε εναντίον τους῾ μου λέει. ῾Θα᾽ναι κι αυτός;῾ ρωτάω. Ἑ, δε θα μας κλείσει μέσα ο Μαλάκας῾μου λέει.
Ήταν να έρθουν να μας πάρουν (για να μπορεί να πιεί ο άντρας μου, εδώ τα αλκοτεστ είναι θάνατος) στις 18:30.
Πήγε 19:00.
Πήγε 19:30.
Μας πήραν τηλέφωνο.
῾Πάμε να πάρουμε τον Μαλάκα κι ερχόμαστε῾
Ήθελα να σπάσω στο κεφάλι μου στο τοίχο.
῾Πάρ᾽τους και πες τους να μην έρθουν῾ λέω στον άντρα μου.
Μου᾽πε. Του᾽πα. Είχε δίκιο, το βούλωσα. Ήρθαν. Πήγαμε.
Κάποια στιγμή βγήκαν για τσιγάρο, ο Μαλάκας και η Τ.
Έμεινα εγώ με τους άλλους. Ανάμεσα τους και η Ε.
Η Ε. είναι μεγαλωμένη στην Αυστραλία. Δεν έχει πάει ποτέ Ελλάδα, τα Ελληνικά της είναι οκ αλλά μεταξύ μας μιλάμε πάντα Αγγλίκα γιατί τα Ελληνικά μου είναι κατιτίς δύσκολα γιἀυτήν.
Εγώ είχα μούτρα και με ρώτησε γιατί.
Ε (εγώ):Δεν τον αντέχω τον Μαλάκα. Πάλι ρεζίλι γίναμε.
Ελ. (η κοπελίτσα, ναι;): Μα, δεν είναι αυτός ο τυπικός Έλληνας;
(Μου ανεβαίνει το αίμα στο κεφάλι)
Ε: Βλέπεις τι λες;
Ελ: Συγνώμη, δεν έπρεπε να το πω αυτό σε προσέβαλλα. Με συγχωρείς.
Ε: Μα δεν φταις εσύ για αυτό που λες. Φταίει αυτός και αυτοί του σιναφιού του που με τις αγριοφωνάρες και τα ρεζιλίκια τους φαίνονται πιο πολύ κι εσύ που δεν ξέρεις, πιστεύεις ότι έτσι έιναι όλοι. Είμαι έτσι εγώ; Είναι έτσι ο άντρας μου;
Ελ: Φυσικά και όχι. Αλλά πάντα πίστευα ότι εσείς είστε μια σπάνια εξαίρεση. Πάντα πίστευα ότι οι κλασσικοί Έλληνες είναι έτσι.
Ε: Μείνε μαζί μου και θα αλλάξεις γνώμη.
Δηλαδή ο Μαλάκας το κάνει και πιο μεγάλο το πρόβλημα…..
Θα μου πεις: ᾽οκ βρε δελφινούλα, μην τον βλέπεις τότε, τι μας πρήζεις εμάς;῾
Εμ εδώ είναι και το πρόβλημα.
Ο άντρας μου (κι εγώ) τον αγαπάει τον Κ. πολύ. Και ειδικά μετά από αυτό που έγινε (με την ασθένειά του εννοώ), δεν μπορεί να μην πάμε να τον δούμε.
Αλλα ο Κ. θέλει κι εμάς αλλά θέλει κι αυτόν.
Και ο Μαλάκας είναι πάντα εκεί….
Πήρα την Τ. τηλέφωνο να πάμε για καφέ σε ένα κενό από τα ραντεβού μου στην δουλειά και τον έφερε μαζί.
Κανονίσαμε Σάββατο να πάμε για φαγητό κι ήταν και πάλι εκεί.
Κανονίσαμε να πάμε να βρούμε τους άντρες που είχανε πάει για γκολφ, ήρθε να με πάρει από το σπίτι, βγαίνω έξω και είναι στο μπροστινό κάθισμα ξυπόλιτος με τα πόδια τούρλα και Καζαντζίδη στο τέρμα.
Δεν τον γλιτώνω τον πούστη.
Ακόμη και στην εταιρεία που δουλεύω ήρθε και μου πούλαγε μούρη ότι ξέρει τον διευθυντή μου κι ότι λύνει και δένει με τις γνωριμιές που έχει.
Με ρώτησε λοιπόν ο Α. τι πιστεύω.
Α (φίλος): Εσύ τον εμπιστεύεσαι;
Ε (εγώ γεια): Ούτε να μου ποτίσει τα λουλούδια.
Α: Τσακώθηκα χθες.
Ε: Με ποιον;
Α: Με τον Κ. και την Τ.
Ε: Πλάκα κάνεις. Για τον Μαλάκα;
Α: Ναι.
Ε: Τι τους είπες;
Α: Ότι είναι ηλίθιοι, αφελής, ότι θα έχουν πρόβλημα, ότι είναι απαράδεκτο να του επιτρέπουν να τους κάνει κουμάντο.
Ε: Να τους κάνει κουμάντο;;;; Τι εννοείς;
Α: Είχαν έρθει σπίτι μας (῾μας῾εννοεί την σύντροφό του) και τον είχαν φέρει μαζί. Αφού φάγαμε, ήπιαμε γυρνάει και τους λέει ῾Πάμε να φύγουμε. Είμαι κουρασμένος. Νυστάζω῾και σηκώθηκαν κι έφυγαν.
Ε: Έφυγαν; Μόλις το είπε αυτός;
Α: Ναι 5 λεπτά αφού το είπε αυτός αυτό, με το ρολόι, είχαν βάλει μπροστά το αυτοκίνητο κι έφευγαν.
Ε: Έχεις κι άλλα τέτοια;
Α: Μένει μαζί τους τώρα. Το άφησε το δωμάτιο που νοίκιαζε. Έχει πάει όλα του τα πράγματα εκεί.
Ε: Δουλεύει;
Α: Ότι μπορει να βρει. Παράνομα.
Ε: Θα τον πιάσουνε.
Α: Μακάρι. Να τον στείλουνε πίσω.
Ε: Τόσο πολύ τα᾽χεις πάρει;
Α: Και χειρότερα. Θα τον πλακώσω. Κι έτσι και κάνει μαλακία στον Κ. και την Τ. θα τον σκοτώσω.
Ε: Χαλάρωσε. Πήρες σβάρνα την παρέα να βρεις υποστήριξη;
Α: Δεν θα βρω λες;
Ε: Ότι θα βεις είναι σίγουρο. Αφού έχει σπάσει κι η παρέα ρε συ. Εσύ ήρθες εδώ να κάνεις δουλειά και μιλάμε για τον Μαλάκα, δεν θα είχαμε βρεθεί να τα πούμε; Αφού ούτε ο Τ. έρχεται ούτε ο Α. ούτε ο Γ. με την Ε. Όλοι την κάνανε.
Α: Άμα δεν φύγει αυτός, πάει η παρέα.
Ε: Ναι ρε συ Α. αλλά βλέπεις ότι δεν μας καλούνε κιόλας πια. Λες και είμαστε εμείς οι μαλάκες στην ιστορία. Βρισκόμαστε μια στο τόσο κι όλο μας λένε που πήγανε με τον μαλάκα. Εμένα με προσβάλλει και λίγο αυτό. Δεν παίρνουν τηλέφωνο για κανά μήνα και όποτε τους καβλώνει μας θέλουν εκεί να μας πουν τι ωραία που περάσανε με τον Μαλάκα. Το κατοικίδιο να πούμε κι οι γονείς.
Είπαμε κι άλλα….
Και δεν του είπα και άλλα που έχω μάθει γιἀυτόν από άλλους που νταραβερίστηκαν μαζί του….
Φαντάσου….
Κι εγώ τώρα παραμονή και πρωτοχρονιά πρέπει να πάω εκεί.
ΔΕΝ ΘΕΛΩ….
Αλλά δεν μπορώ να κάνω κι αλλιώς.